Ο Σεπτέμβριος έφερε το άνοιγμα των σχολείων και πολλοί γονείς έρχονται αντιμέτωποι με την άρνηση του παιδιού τους να πάει στο σχολείο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εντάσεις αλλά και σύγχυση για τον τρόπο αντιμετώπισης αυτής της κατάστασης.
Τι μπορεί να σημαίνει η άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;
«Καταρχήν πρέπει να τονιστεί ότι είναι, ειδικά στις μικρότερες ηλικίες, αρκετά συχνή. Επηρεάζει με σχεδόν την ίδια συχνότητα αγόρια και κορίτσια και διακρίνεται σε οξεία (1 μήνα – 1 έτος) και χρόνια (>1 έτος). Από τον παιδικό σταθμό έως και το λύκειο μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε σχολική βαθμίδα και όταν συμβαίνει σε μικρά παιδιά που βρίσκονται στη φάση της προσαρμογής, είναι ένα φυσιολογικό φαινόμενο που δεν εμπνέει ανησυχία.
Όμως, όταν ένα παιδί ξαφνικά μέσα στη σχολική χρονιά δε θέλει να πάει στο σχολείο είναι δεδομένο ότι κάποιο πρόβλημα υπάρχει και αυτό απαιτεί επείγουσα διερεύνηση» επισημαίνει η Παιδοψυχίατρος – Οικογενειακή Ψυχοθεραπεύτρια, Επιστημονική Συνεργάτης Παίδων ΜΗΤΕΡΑ, Φρίντα Κωνσταντοπούλου και προσθέτει:
«Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την άρνηση αυτή, δυο βασικοί είναι: είτε δέχεται bullying, (εκφοβισμό, μη αποδοχή κλπ.) ή αντιμετωπίζει δυσκολία στο να συναναστραφεί κοινωνικά με τα υπόλοιπα παιδιά ή ακόμα και σε έναν συνδυασμό αυτών. Είναι πιθανό επίσης να αντιμετωπίζει μαθησιακές δυσκολίες, αγχώδη διαταραχή με ή χωρίς σωματοποίηση, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ), ιδεοψυχαναγκαστική, καταθλιπτική διαταραχή, υπεραπασχόληση με τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές/διαδίκτυο ή εξάρτηση από ουσίες στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Τα παιδιά που αντιμετωπίζουν δυσκολίες κοινωνικότητας πέφτουν θύματα bullying. Επίσης, θύματα bullying γίνονται συχνά τα παιδιά που έχουν κάποια διαφορετικότητα. Εάν παράλληλα αντιμετωπίζουν δυσκολία και τα ίδια στο να σταθούν κοινωνικά, τα πράγματα είναι τραγικά γι’ αυτά, οπότε η σχολική άρνηση είναι πάρα πολύ συχνή».
Η κ. Κωνσταντοπούλου διευκρινίζει ότι υπάρχουν και παιδιά, τα οποία χωρίς να έχουν δικά τους παθολογικά προβλήματα, δε θέλουν να πάνε στο σχολείο λόγω οικογενειακών ψυχοπιεστικών γεγονότων (π.χ. πένθος, διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα). Στην περίπτωση αυτή θεωρούν την οικογένεια αδύναμη να τα αντιμετωπίσει και αναλαμβάνουν έναν παράδοξο, προστατευτικό ρόλο που τα κρατά στο σπίτι.
«Για παράδειγμα στην περίπτωση διαζυγίου, όπου η μαμά έχει μείνει μόνη της, ένα παιδί μπορεί να θέλει να μένει στο σπίτι, γιατί την αισθάνεται αδύναμη. Αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις συμβαίνει και όταν υπάρχει μια ασθένεια μέσα στο σπίτι. Οι γονείς σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να καταστήσουν σαφές στα παιδιά ότι είναι δυνατοί και μπορούν να διαχειριστούν την κατάσταση», εξηγεί η κ. Κωνσταντοπούλου και συνεχίζει:
«Η σχολική άρνηση είναι εντονότερη στην ηλικιακή ομάδα των 10-13 ετών αν και μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Σε αυτές τις ηλικίες τα παιδιά συνειδητοποιούν δυσκολίες της ζωής, ενώ παράλληλα έχουν μεγάλη ανάγκη τους συνομηλίκους τους. Εάν ένα παιδί δεν μπορεί να τους έχει στη ζωή του, είτε λόγω δικών του δυσκολιών είτε επειδή οι άλλοι δεν το αποδέχονται, αποφασίζει να παραμείνει μέσα στο σπίτι.
Είναι σημαντικό οι γονείς να παρακολουθούν τα παιδιά τους καθώς εμφανίζουν καιρό πριν τη σχολική άρνηση προσυμπτώματα, όπως οι δικαιολογίες για να μην πάνε σχολείο (π.χ. πονάει η κοιλιά τους), εριστικές συμπεριφορές κ.ά.
Τρόποι αντιμετώπισης
«Πρέπει να υπάρχει επικοινωνία μεταξύ των γονέων και των παιδιών ώστε το παιδί να μιλήσει για το πρόβλημά του στους γονείς του και εφόσον πρόκειται για κάτι που μαζί μπορούν να αντιμετωπίσουν (π.χ. bullying), το πρόβλημα τελειώνει εκεί. Αν το παιδί δεν εκφράζεται, θα πρέπει να απευθυνθούν σε έναν ειδικό προκειμένου να βρεθεί λύση.
Πολλές φορές οι γονείς, θυμώνουν με τη συμπεριφορά του παιδιού τους και το μαλώνουν. Όμως αυτό επιβαρύνει το ήδη υπάρχον πρόβλημα του παιδιού και το οδηγεί στο να πάψει να το επικοινωνεί. Είναι σημαντικό οι γονείς να στέκονται στο πλευρό του παιδιού τους, χωρίς να το κρίνουν και χωρίς να επιρρίπτουν ευθύνες στον εαυτό τους γι’ αυτό που συμβαίνει.
Σε κάθε περίπτωση η αντιμετώπιση είναι ανάλογη με την αιτία. Στην περίπτωση του bullying, εάν δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εντός του σχολικού χώρου, το παιδί μπορεί ακόμα και να αλλάξει σχολείο.
Όσον αφορά άλλες δυσκολίες οι γονείς θα πρέπει να απευθυνθούν σε ειδικό παιδοψυχίατρο, ο οποίος θα τους κατευθύνει ανάλογα. Βέβαια υπάρχουν και ορισμένες περιπτώσεις που ενδέχεται να χρειαστεί και φαρμακευτική αγωγή, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση μιας καταθλιπτικής ή ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής», καταλήγει η κ. Κωνσταντοπούλου.
www.newsit.gr