Με ηγέτη τον «εξωγήινο» Ανδρέα Φράγκο που είχε 20 πόντους με 18/21 επιθέσεις, η Ελλάδα έκανε το 3χ3 και ελπίζει βάσιμα σε πρόκριση στο Final 4 του World League – Απίστευτη ατμόσφαιρα από 2.500 φιλάθλους στην Κοζάνη
Πέρσι ήταν η Κίνα που μας είχε κόψει το δρόμο για το Final 4 του 3ου γκρουπ του World League όταν μετά από μια επική μάχη δύο και πλέον ωρών μας είχε κερδίσει με 3-2 στην Θεσσαλονίκη.
Σήμερα ήταν η Κινεζική Ταϊπέι αυτή που μας απείλησε με μια ήττα που θα μας έφερνε σε μειονεκτική θέση στην προσπάθεια πρόκρισης μας στο Final 4 της διοργάνωσης, ωστόσο με ηγέτη τον εκπληκτικό Ανδρέα Φράγκο η Ελλάδα επικράτησε με 3-1, έκανε το 3χ3 και παραμένει στην 1η θέση της βαθμολογίας του 3ου γκρουπ.
Κόντρα σε μια ομάδα η οποία αν δεν της χαλάσεις την υποδοχή, παίζει με άλλες ταχύτητες πάνω στο φιλέ, η Ελλάδα ξεκίνησε καλά (προηγήθηκε με 11-8), αλλά από ένα σημείο και μετά δεν μπόρεσε να πιέσει από το σερβίς και το σκορ έγινε 11-14 για να χαθεί το σετ.
Η απάντηση ήρθε στο β’ σετ όπου με την είσοδο των Στιβαχτή, Σμαραγδή το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα άλλαξε ρυθμό και ισοφάρισε εύκολα σε 1-1, ωστόσο στα άλλα δύο σετ ο άνθρωπος που έβαλε φαρδιά πλατιά την υπογραφή του στη νίκη της ομάδας μας ήταν ο Ανδρέας Φράγκος.
Στο γ’ σετ το εις βάρος μας 17-18 έγινε 20-18 με τα δικά του σερβίς και 22-19 μετά από δική του απίστευτη άμυνα, ενώ στο δ’ σετ το 19-20 της Ταϊπέι μετατράπηκε σε 23-20 με τον ίδιο και πάλι στη γραμμή του σερβίς και τον Ραφάήλ Κουμεντάκη να βάζει το κερασάκι στην τούρτα διαμορφώνοντας το τελικό 25-22.
Κι αμέσως μετά η νέα γενιά της Εθνικής ομάδας έζησε κάτι που είχαν προλάβει να ζήσουν μόνο ο Δημήτρης Τζούριτς και ο Νίκος Σμαραγδής το μακρινό 2009. Τότε στο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα της Σμύρνης η Ελλάδα είχε κάνει το 3χ3 στον όμιλο (κερδίζοντας μεταξύ άλλων και την πρωταθλήτρια Ευρώπης Ισπανία) και με τους λιγοστούς έλληνες φιλάθλους έκαναν το περίφημο «όλε, όλε».
Σήμερα το βράδυ όμως το «όλε, όλε» ήταν το ελάχιστο «ευχαριστώ» των παικτών της Εθνικής ομάδας προς τον απίστευτο κόσμο της Κοζάνης (και των γύρω περιοχών) που μετέτρεψε το κλειστό της Λευκόβρυσης σε μια πραγματική έδρα.