Τη λύση στη δύσκολη άσκηση που πρέπει να ισορροπήσεις ανάμεσα στην δημοσιονομική πειθαρχία και την ανάγκη στήριξης της κοινωνίας λόγω της ακρίβειας, αναζητούν στην κυβέρνηση. Οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί και πιθανόν αυτό να συμβεί μέσα στον επόμενο μήνα όταν και θα είναι γνωστό το ποσοστό ανάπτυξης του 2021, αλλά και η πορεία των εσόδων τουλάχιστον μέχρι εκείνη την στιγμή.
Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2022, το έλλειμμα θα διαμορφωθεί στο 1,4% του ΑΕΠ, κάτι που σημαίνει ότι η τρέχουσα χρονιά θα είναι η τελευταία, εκτός απροόπτου που δίνεται η δυνατότητα στις χώρες στις χώρες της Ευρωζώνης να παράγουν ελλείμματα, προκειμένου να στηρίξουν τις οικονομίες τους, απέναντι στην κρίση (ακρίβειας κι όχι μόνο) που έχει προκαλέσει η πανδημία.
Η συνέχιση πάντως παραγωγής ελλειμμάτων, ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα, αρχίζουν να προβληματίζουν και αυτό διότι αυξάνουν σημαντικά το χρέος, φέρνοντας ξανά έστω και σε μικρογραφία τα φαντάσματα του παρελθόντος.
Αξιωματούχοι από τις Βρυξέλλες στέλνουν μηνύματα προς την Ελλάδα ότι πρέπει να υπάρχει σύνεση στην λήψη των όποιων αποφάσεων έχουν δημοσιονομικό κόστος. Αλλά και στο εσωτερικό καμπανάκι κινδύνου χτύπησε με διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Το όλο σκηνικό που έχει πάντως δημιουργηθεί σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η απόδοση του 10ετούς ομολόγου έχει εκτιναχθεί στο 2,6%, επίπεδα που έχει να τα δει από τα μέσα του 2019, έχει αναγκάσει την ελληνική κυβέρνηση να βάλει στον πάγο τα όποια σχέδια για στήριξη της οικονομίας, απέναντι στην ακρίβεια με την μείωση φόρων ή παροχή γενικευμένων επιδομάτων.
Ανάπτυξη έκπληξη το 2021
Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν – χωρίς να το φωνάζουν πάντως – ότι η ανάπτυξη της οικονομίας το 2021 άγγιξε ή ακόμη και ξεπέρασε το 9%, κάτι που αν επαληθευτεί στις 4 Μαρτίου που η ΕΛΣΤΑΤ θα ανακοινώσει την εκτίμησή της, τότε θα λυθούν τα χέρια της κυβέρνησης να προχωρήσει στην λήψη στοχευμένων μέτρων.
Και ποια είναι αυτά; Αν και δεν υπάρχουν οριστικές αποφάσεις, οι άξονες είναι οι παρακάτω, ώστε να βελτιωθεί ο διαθέσιμο εισόδημα σε συγκεκριμένες κατηγορίες που πλήττονται περισσότερο. Ένα είναι σίγουρο ότι δεν θα υπάρχουν οριζόντια μέτρα.
- Ενίσχυση μέσω επιδόματος σε ευάλωτα νοικοκυριά. Θα υπάρξουν εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια και θα αφορά ένα σχετικά μικρό αριθμό δικαιούχων που δύσκολα θα υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο.
- Θα συνεχιστεί η επιδότηση σε ρεύμα και φυσικό αέριο για όσο διάστημα απαιτηθεί, για όσο δηλαδή είναι ψηλά οι τιμές. Το κόστος αυτό ή για την ακρίβεια ένα σημαντικό μέρος θα χρηματοδοτηθεί από τον κρατικό προϋπολογισμό, δεδομένο ότι δεν επαρκούν τα χρήματα από τις δημοπρασίες ρύπων.
- Μεγαλύτερο «κούρεμα» και πληρωμή αργότερα της επιστρεπτέας προκαταβολής, αλλά όχι για όλους. Έχουν δοθεί 8,3 δισ. ευρώ κρατικών δανείων σε επιχειρήσεις κα επαγγελματίες εκ των οποίων τα 5,3 δισ. ευρώ, είναι μη επιστρεπτέα. Ενδεχομένως από τα 3 δισ. ευρώ που πρέπει να επιστραφούν, ένα μέρος να κριθεί μη επιστρεπτέο
- Αύξηση του κατώτατου μισθού από 1η Μαΐου ο οποίος και θα διαμορφωθεί πάνω από τα 703 ευρώ.
Μηνύματα να μην υπάρξει δημοσιονομική χαλάρωση
Πάντως από τους ευρωπαίους και ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας με άρθρο – παρέμβαση στην «Καθημερινή της Κυριακής», τονίζει ότι «θα πρέπει η χώρα σταδιακά να επανέλθει στην προ πανδημίας υγιή δημοσιονομική θέση, ώστε να μην ακυρωθούν οι θυσίες της δημοσιονομικής προσαρμογής που συντελέστηκε την προηγούμενη δεκαετία».
Συγκεκριμένα προειδοποιεί ότι: «η αυστηροποίηση των νομισματικών συνθηκών που ήδη συντελείται, μπορεί να προκαλέσει επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης, κυρίως όμως να ασκήσει πιέσεις στο κόστος δανεισμού, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, και να επηρεάσει τη βιωσιμότητα του χρέους, δημόσιου και ιδιωτικού».
«Θα πρέπει η χώρα σταδιακά να επανέλθει στην προ πανδημίας υγιή δημοσιονομική θέση, ώστε να μην ακυρωθούν οι θυσίες της δημοσιονομικής προσαρμογής που συντελέστηκε την προηγούμενη δεκαετία προς όφελος των επόμενων γενεών», τονίζει ο Γ. Στουρνάρας.
Στην αντίπερα όχθη όλο και περισσότεροι αξιωματούχοι από τις Βρυξέλλες στέλνουν μηνύματα προς την πολιτική ηγεσία ότι οποιαδήποτε δημοσιονομική χαλάρωση δεν είναι αποδεκτή στην παρούσα συγκυρία. Η πρόκληση αυτή βέβαια δεν περνάει αναπάντητη από την ελληνική κυβέρνηση και τονίζεται με έμφαση πως δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόθεση να γκρεμίσουν ότι με κόπο έχει χτιστεί τα τελευταία χρόνια σε ότι αφορά την εμπιστοσύνη των αγορών, των δανειστών και των επενδυτών απέναντι στην χώρα.